Αρχαίες πηγές

Στράβων

Ο Στράβων παραδίδει το όνομα Γορδυηνή, για τη χώρα των Γορδυαίων. Ζητώντας, κατά την προσφιλή του συνήθεια, να δώσει μυθολογική εξήγηση (σχετιζόμενη με την ελληνική μυθολογία) στην προσπάθειά του για ετυμολόγηση της λέξης, λέγει ότι : "Γόρδυς ο Τριπτοπολέμου λέγεται την Γορδυηνήν οικήσαι ύστερον δε Ερετριείς αναρπασθέντες υπό Περσών". Εάν η εκδοχή αυτή ευσταθεί, φαίνεται ότι το Κουρδιστάν κατοικήθηκε και από Ελληνικούς πληθυσμούς, από τους Έλληνες εκείνους που αρπάγησαν από την Εύβοια επί Δαρείου, κατά την πρώτη εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, οι οποίοι απομονώθηκαν στα ορεινά μέρη του Κουρδιστάν. Αν οι πληροφορίες του Στράβωνος είναι ορθές αποβαίνει συγκινητικό το γεγονός ότι στο αίμα των ηρωικών Κούρδων ρέει και το ελληνικό αίμα.

Ξενοφών ("Κύρου Ανάβασις")

Ο Ξενοφών στο έργο του "Κύρου Ανάβασις" αποκαλεί τους Κούρδους, Καρδούχους. Αφιερώνει πολλές σελίδες διηγούμενος την προσπάθεια καθόδου των Μυρίων (400 π.χ.) δια μέσου των Καρδουχείων ορέων και της χώρας των Καρδούχων.

Σύμφωνα με τις περιγραφές του Ξενοφώντος οι Κούρδοι παρουσιάζονται ως λαός ανύπαρκτος στο Μεγάλο Πέρση Βασιλέα, γενναίοι πολεμιστές, ενωμένοι, ικανότατοι στην στρατιωτική τέχνη. Χρησιμοποιούσαν ως πολεμική μέθοδο τον ανταρτοπόλεμο. Επειδή ήσαν ελαφρά οπλισμένοι χτυπούσαν τον εχθρό και έφευγαν.

"Ο δρόμος που περνούσε μέσ' από τα βουνά και προς βορρά οδηγούσε στην χώρα των Καρδούχων. Γι' αυτούς, έλεγαν οι αιχμάλωτοι πως κατοικούσαν επάνω στα βουνά και ήταν πολεμιστές ικανοί και πως δεν υπάκουαν στις διαταγές του βασιλιά, κάποτε μάλιστα που έκανε εισβολή στη χώρα τους μια στρατιά του βασιλιά από είκοσι χιλιάδες άνδρες, κανένας δεν γύρισε πίσω, μα χάθηκαν όλοι μέσα στις κακοτοπιές της χώρας". (Βιβλίο Γ, κεφ. V, 15-16) και αλλού στο ίδιο έργο :

"...και πέρασμα άλλο κανένα δεν υπήρχε, αλλ' επάνω από τον ποταμό κρεμόταν απότομα τα Καρδούχεια όρη, τότε πια οι στρατηγοί των Ελλήνων απεφάσισαν ότι έπρεπε να περάσουν ανάμεσα απ' αυτά τα βουνά. Γιατί απ' τους αιχμαλώτους έπαιρναν πληροφορίες ότι, αν περνούσαν τα Καρδούχεια όρη, θα μπορούσαν να περάσουν στην Αρμενία και τις πηγές του Τίγρητος". (Βιβλίο Δ, κεφ. 1, -2,3,4)

Αξιοσημείωτη, σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, είναι η κατασκευή και η χρήση των τόξων και η διατρητική ικανότητα των βελών τους.

"Τότε σκοτώθηκε ένα γενναίο παλικάρι από τη Λακωνία, ο Κλεώνυμος χτυπημένος από βέλος, που του πέρασε την ασπίδα και το δερμάτινο χιτώνιο και κάρφωσε στα πλευρά, όπως συνέβη και με τον Βασία τον Αρκάδα, που ένα βέλος το τρύπησε πέρα για πέρα το κεφάλι". (Βιβλίο Δ, κεφ. Ι,18)

και πιο κάτω :

"...γιατί τα όπλα τους δεν ήταν τίποτε άλλο από τόξα και σφενδόνες. Και ήταν άριστοι τοξότες, τα τόξα τους ήταν περίπου τριών πήχεων στο μήκος και τα βέλη πιο πολύ από δύο πήχεις στο μήκος, κάθε φορά που εκτόξευαν τέντωναν τις νευρές πατώντας το κάτω μέρος του τόξου με το αριστερό πόδι. Και τα βέλη περνούσαν μέσα από τις ασπίδες και τους θώρακες". (Βιβλίο Δ, κεφ. ΙΙ -27,28)

Η πορεία των Ελλήνων μέσα από τα μέρη των Καρδούχων κράτησε επτά ημέρες. Οι Έλληνες συνάντησαν σφοδρή αντίσταση και έδωσαν πολλές μάχες. Γράφει ο Ξενοφών :

"Διότι επτά ημέρες που κράτησε η πορεία τους διαμέσου της χώρας των Καρδούχων, όλες τις πέρασαν δίδοντας μάχες κι έπαθαν τόσα κακά, όσα δεν ήταν όλα όσα τους έκαμεν ο βασιλιάς Τισσαφέρων". (Βιβλίο Δ, κεφ. ΙΙΙ,2)

Χαρακτηριστικό των αρχαίων Κούρδων είναι ότι κατά τις επιθέσεις τους τραγουδούσαν πολεμικά τραγούδια, όπως και οι Έλληνες τον παιάνα.

"Οι Καρδούχοι τότε, μόλις είδαν τους οπισθοφύλακες να χωρίζονται από το άμαχο πλήθος και έτσι να φαίνονται λίγοι, άρχισαν την επίθεση ταχύτερα και συγχρόνως τραγουδούσαν κάποια τραγούδια". (Βιβλίο Δ, κεφ. ΙΙΙ,27)

Πλούταρχος

Στο έργο του Πλουτάρχου "Λούκουλλος" (Βίοι Παράλληλοι) βρίσκουμε αρκετές αναφορές για τους Κούρδους, με την ονομασία Γορδυηνοί. Στο κεφ. ΚΘ, ιστορώντας ο Πλούταρχος τους πολέμους του Μυθριδάτη και του Λούκουλλου, αναφέρεται στα Τιγρανόκερτα :

"Στην πόλη Τιγρανίκερτα, εν τω μεταξύ, οι Έλληνες σήκωσαν κεφάλι εναντίον των βαρβάρων και προσπαθούσαν να παραδώσουν την πόλη στον Λούκουλλο. Εκείνος τότε έκαμε επίθεση και τους κυρίευσε".

Η πόλη διαλύθηκε. Ο Λούκουλλος έστειλε τους Έλληνες στις πατρίδες τους. Το ίδιο έκαμε και για τους Βαρβάρους που έιχαν αναγκαστεί να κατοικήσουν στα Τιγρανόκερτα. Και συνεχίζει ο ιστορικός :

"Στους Γορδυηνούς, πάλι φέρθηκε με τέτοιο τρόπο που όλοι τους ήθελαν να εγκαταλείψουν τις πόλεις και να τον ακολουθήσουν με τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους. Αιτία στάθηκε το παρακάτω γεγονός. Ο βασιλιάς των Γορδυηών Ζαρβιηνός, όπως είπαμε παρακάτω, επειδή δεν ανεχόταν τη δεσποτεία του Τιγράνη, προσπαθούσε μέσω του Αππίου να κλείσει συμμαχία με το Λούκουλλο. Τα σχέδια όμως προδόθηκαν και αποκεφαλίστηκε. Η γυναίκα του και τα παιδιά του σφάχτηκαν επίσης προτού εισβάλουν οι Ρωμαίοι στην Αρμενία. Ο Λούκουλλος όμως δεν τους ξέχασε. Όταν ήρθε στη χώρα των Γορδυηνών, έκαμε την κηδεία του Ζαρβιηνού. Στόλισε τα ξύλα, που θα καίγαν το νεκρό, με πολυτελή ενδυμασία, με χρυσάφι βασιλικό καθώς και με λάφυρα που είχε πάρει απ' τον Τιγράνη και έβαλε ο ίδιος φωτιά".

Ο Ιώσηπος αναφέρει στο έργο του τους Κούρδους ως Κορδιαίους και το Λεξικό Σούδα (Σουίδα) ως Καρδούχους : λαός πολεμικός εν Αρμενία κατά την αριστεράν όχθη του Τίγριδος (Χακαβ. 42)

Συμπέρασμα

Η σύντομη αυτή ανασκόπηση του ιστορικού πολιτισμού των Κούρδων καταδείχνει ότι ο λαός αυτός είναι αρχαιότατος, κατοικεί στην Μικράν Ασία εδώ και 4.000 χρόνια και ουδεμία εθνική σχέση έχει με τις μογγολικής προέλευσης ορδές των Οθωμανών, που κατάκτησαν και κατέχουν στρατιωτικά ως σήμερα την Μικράν Ασία.

Οι Έλληνες συνδέονται με εμάς τους Κούρδους με ιστορικούς δεσμούς 4.000 χρόνων και αντιμετωπίζουμε το ματοβαμένο χαντζάρι του ίδιου αδίστακτου κατακτητή. Γι' αυτό ο αγώνας του Κουρδιστάν είναι και δικός μας δυναμικός αγώνας, διεξάγεται μέσα στην ίδια Μικρασιατική καρδιά, που κτυπά με ένα παλμό για τους Έλληνες και τους Κούρδους αδελφούς μας.